Αν το να πηγαίνουμε
στην δουλειά είναι υποχρέωσή μας,
το να γυρίζουμε στο
σπίτι μας, είναι δικαίωμά μας
Έχουμε, στο παρόν ιστολόγιο, ασχοληθεί επανηλειμμένα για τις
επιπτώσεις της φιλοσοφίας του σύγχρονου μάνατζμεντ στις επιχειρήσεις, ιδίως
στις μεγάλες (ιδιωτικές, δημόσιες και υβρίδια), και ειδικά στον τομέα των
εργασιακών σχέσεων και στην οικονομική εξέλιξη των εταιρειών. Σχετικό κείμενο
του γράφοντα, είχει δημοσιευθεί και παλιότερα στην εφημερίδα ΕΠΙ ΤΑ ΠΡΟΣΩ (βλ. στο
τέλος του κειμένου) το οποίο, επι τροχάδην, αναλύει τις αιτίες και τις
επιπτώσεις αυτού του φαινομένου, στις εργασιακές σχέσεις και στην οικονομική
εξέλιξη των εταιρειών. Όχι τυχαία, το συγκεκριμένο κείμενο (το οποίο βέβαια έχει
τις ατέλειες που συνεπάγεται ο περιορισμένος χώρος μιας εφημερίδας),
επικέντρωνε στα διυλιστήρια: Τα διυλιστήρια είναι και ήταν το κυρίαρχο πρότυπο
της «μεγάλης και σταθερής επιχείρησης» στην ελλάδα. Στην πραγματικότητα βεβαια,
είναι μπουρδέλα, αλλά τα πάντα κρίνονται από την μετοχή και την μηντιακή εικόνα.
Δεν ξέρω για παράδειγμα, τι είναι πιό ανατριχιαστικό: το οτι η αναγγελία του
θανάτου των δύο συναδέλφων (εκ των 5 τραυματιών του ατυχήματος της προηγούμενης
εβδομάδας) συνέπεσε σχεδόν με το τέλος των εργασιών shoutdown της συγκεκριμένης μονάδος –πράγμα
το οποίο ανοιχτά έλεγαν οτι θα γίνει όλοι οι παροικούντες την ιερουσαλήμ[1], με τη
λογική να μην διαταραχθεί περεταίρω η ομαλή εξέλιξη του έργου – ή το οτι τα massmedia αναφέρθηκαν
ελάχιστα στο ατύχημα (διαστρεβλώνοντας
μάλιστα τα σημαντικότερα στοιχεία του για να μην προκληθεί κατακραυγή[2]) και
στην συνέχεια σχεδόν κανένα δεν μετέδωσε την είδηση των δύο θανάτων (μια
εκτίμηση είναι οτι αυτό έγινε για να μην κατρακυλήσει κι άλλο η μετοχή των
ΕΛΠΕ).
Πλέον εδώ μιλάμε για την επιβεβαίωση ανθρωπολογικών τύπων
που θυμίζουν το «όχι άλλο κάρβουνο μωρέ». Και είναι σημαντικό σε τέτοιες
στιγμές, να ξεχωρίζουμε ποιοί είναι με ποιούς.
Όπως εύστοχα
σημείωσαν οι συνάδελφοι κουκουέδες σε προκύρηξη που διένειμαν εχτές στα
διυλιστήρια ο υπουργός κος Λαφαζάνης δήλωσε για το θέμα, οτι «Όλοι μαζί,
κυβέρνηση, διοίκηση των ΕΛ. ΠΕ και εργαζόμενοι, χρειάζεται να προασπίσουμε την
αξιοπιστία στην λειτουργία των ΕΛ. ΠΕ, να διασφαλίσουμε πλήρως την υγεία και
την ζωή των εργαζομένων. Την ασφάλεια στην εργασία.».
Σίγουρα, δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε τις ευθύνες όσων
χειριστών, εργοδηγών κλπ υπήρξαν φυσικοί αυτουργοί των επιταγών εντατικοποίησης
των προϊσταμένων τους ηθικών αυτουργών. Ούτε τους εσωτερικούς διαχωρισμούς των
εργαζομένων σε εργολαβικούς, εταιρικούς, άσπρους και μαύρους τους οποόίους σε μεγάλο
βαθμό οιίδιοι αποδέχονται κα αναπαράγουν.
Όμως, να θυμίσω αυτό
που είπε ο Γλέζος τον προηγούμενο μήνα: «δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία ανάμεσα
σε εκμεταλλευτή και εκμεταλλευόμενο». Τόσο απλά, τόσο ξεκάθαρα. Όλοι μαζί ούτε
είμαστε ούτε θα είμαστε. Ο καθένας μας πρέπει να διαλέξει πλευρά.
Το προφανές ερώτημα είναι, με ποιόν θα ταχθεί η κυβέρνηση,
με τον εκμεταλλευτή (διοίκηση των ΕΛ.ΠΕ.) ή με τον εκμεταλλευόμενο;
Γιώργης
ένα παλαιότερο
κείμενο, από την εφημερίδα "επί τα πρόσω":
Οutsourcing στην σύγχρονη βιομηχανική εποχή:
Μια
διαφορετική ματιά στα βιομηχανικά ατυχήματα
Η συνεχής ακολουθία βιομηχανικών ατυχημάτων, εκτός από την εμφανή εικόνα
της γενικευμένης αδιαφορίας (ή αδυναμίας ελέγχου) των “αρμοδίων” και όλα τα
υπόλοιπα συνεπακόλουθα, φωτίζει και μια άλλη πλευρά του σύγχρονου κόσμου της
εργασίας. Μια πρόχειρη ματιά στις στατιστικές, αρκεί για να δει κανείς ότι το
μεγαλύτερο μέρος των θυμάτων στα βιομηχανικά ατυχήματα, είναι προσωπικό
“εργολάβων”, και δεν έχει άμεση σχέση εργασίας με την επιχείρηση στην οποία
εργάζεται. Αυτό, γιατί αποτελεί πλέον γενικευμένη πρακτική στις περισσότερες
μεγάλες και μεσαίες ελληνικές επιχειρήσεις του ευρύτερου βιομηχανικού και
μεταποιητικού τομέα, η επιλογή της μεθόδου του outsourcing (υπεργολαβική
εκτέλεση εργασιών) για την εκτέλεση ακόμα και καθημερινών εργασιών. Τα συνήθη
επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται για να δικαιολογήσουν αυτήν την επιλογή,
είναι βασισμένα στην θεωρητική ανάλυση των οικονομικών μεγεθών του συνόλου μιας
επιχείρησης, και ακόμα και στην εποχή του Frederick Winslow Taylor [3] δεν
θα άντεχαν σε σοβαρή κριτική. Γιατί όμως τότε συνεχίζει η μέθοδος αυτή όχι μόνο
να επιβιώνει, αλλά να γενικεύεται; Το κύριο σκεπτικό που προβάλλεται από τους
υπέρμαχους αυτής της μεθοδολογίας είναι το εξής: Η εκτέλεση εργασιών από
εξωτερικά συνεργεία, υποτίθεται ότι εφόσον οδηγεί σε μείωση προσωπικού, και άρα
σε εξάλειψη των νεκρών ωρών (ώρες εργασίας κατά τις οποίες το προσωπικό
υποαπασχολείται), θεωρητικά συμφέρει την εταιρεία. Η εκτέλεση των εργασιών, από
συνεργεία εξειδικευμένα, και συνεπώς ταχύτερα, μειώνει επιπλέον τις νεκρές
ώρες, και άρα αυξάνει επιπλέον το κέρδος του εργοδότη. Επίσης, η δε εξειδίκευση
αυτή, υποτίθεται ότι αποτελεί και εχέγγυο της ποιότητας εκτέλεσης των εργασιών.
Η αναγκαιότητα της αγοράς και συντήρησης εξειδικευμένου και συνήθως ακριβού
εξοπλισμού εκλείπει από τον εργοδότη, και μετακυλίεται στον εργολάβο, ο οποίος
αφού ασχολείται συνεχώς με το συγκεκριμένο είδος εργασίας, θα κάνει απόσβεση
ταχύτερα, και δεν θα έχει απώλειες λόγω μη χρήσης τους.Τέλος ο ανταγωνισμός των
εργολάβων, υποτίθεται ότι μειώνει τις τιμές τους, ή εν πάση περιπτώσει τις
κρατά σε λογικά επίπεδα, και δίνει στον εργοδότη τη δυνατότητα να εκτελεί τις
εργασίες που χρειάζονται άμεσα αφού μετακυλίει στους εργολάβους την υποχρέωση
να έχουν συνεχώς διαθέσιμα προσωπικό και μέσα. Η πραγματικότητα όμως τους
διαψεύδει: Δεν υπάρχουν , και δεν πρόκειται να υπάρξουν, εργολάβοι που να
χρησιμοποιούν εξειδικευμένο προσωπικό, παρά μόνο για πολύ μικρό μέρος των
εργασιών τους. Η λογική αναγκαιότητα της μείωσης του κόστους εργασίας, οδηγεί
τους εργολάβους στην απασχόληση ημιεκπεδευμένων εργαζόμενων, με βραχυχρόνιες
σχέσεις εργασίας. Και δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά, αφενός λόγω του
μεταξύ των εργολάβων ανταγωνισμού, και αφετέρου διότι η εξάλειψη της συνεχούς
απασχόλησης εξειδικευμένου προσωπικού, είναι ακριβώς αυτό που πολεμάει το
outsourcing: η εξάλειψη του νεκρού χρόνου, αποτελεί τον θεωρητικό πυρήνα του.
Ας πάρουμε ένα παράδειγμα. Στις μεγαλύτερες βαριές βιομηχανίες της ελλάδας,
έχουν καταργηθεί ή συρρικνωθεί τα τμήματα συντηρήσεως, κατασκευών κλπ. Το
θεωρητικό αποτέλεσμα, θα έπρεπε να είναι η βελτιστοποίηση της ποιότητας και της
ταχύτητας εκτέλεσης των εργασιών, η αύξηση της ασφάλειας (αφού οι υποτίθεται
εξειδικευμένοι εργολάβοι “ξέρουν τη δουλειά τους”) και κυρίως η δυνατότητα
εκτέλεσης των εργασιών άμεσα και με μειωμένο κόστος. Στην πραγματικότητα, εκτός
ενδεχομένως από το τελευταίο, τίποτα δεν ισχύει. Οποιοσδήποτε έχει έστω και
περιφερειακή σχέση με αυτά τα περιβάλλοντα εργασίας, ξέρει ότι οι εργολάβοι
αδιαφορούν για τα χρονικά περιθώρια εκτέλεσης μιας εργασίας πέραν των
συμβατικών τους υποχρεώσεων (και γιατί θα έπρεπε να μην ισχύει αυτό άλλωστε,
αφού είναι ασύμφορο για τις δικές τους επιχειρήσεις), αδιαφορούν για την
ποιότητα της εργασίας τους (αφού η βελτίωση της ποιότητας της εργασίας, μειώνει
το περιθώριο κέρδους τους), τείνουν συνεχώς να μην τηρούν τα μέτρα ασφαλείας
(είτε για να αυξήσουν το κέρδος τους, είτε λόγω άγνοιας του προσωπικού). Ειδικά
για το θέμα της ασφάλειας, η (κοινή) πρακτική των εργολάβων να πληρώνουν τους
εργαζόμενους με το κομμάτι (πχ με την ίντσα συγκόλλησης τους
ηλεκτροσυγκολλητές) στις περιόδους υψηλής εργασιακής πίεσης, οδηγεί ακόμα και
τους λίγους εξειδικευμένους τεχνίτες, να αδιαφορούν για τα μέτρα ασφάλειας, με
τα γνωστά αποτελέσματα. Τα παραπάνω, αποτελούν κοινό τόπο σε όλες τις
βιομηχανίες, πράγμα το οποίο εμμέσως, είναι αποδεκτό και από τις ίδιες τις
βιομηχανίες, οι οποίες δαπανούν πολύ χρόνο και πολλά μέσα στον έλεγχο των
εργολάβων, και συνήθως τις σοβαρές εργασίες (για τις οποίες υποτίθεται ότι
επινοήθηκε το outsourcing) επιλέγουν να τις κάνουν με ίδια μέσα. Έτσι τελικά, η
αντιστοιχία κόστος εκτέλεσης με ίδια μέσα – κόστος outsourcing μεταβάλλεται,
διότι η θεωρητική προϋπόθεση ότι και ο εργολάβος, αλλά και η εργοδότρια
εταιρεία, εργάζονται με τους ίδιους όρους και για να παράγουν το ίδιο προϊόν,
δεν ισχύει. Αυτό βέβαια, θα έπρεπε να είναι εξαρχής προφανές, γιατί αν α=
πραγματικό κόστος εργασίας β= υπεραξία (κέρδος) εργολάβου τότε, τουλάχιστον για
τις πάγιες και συνεχείς εργασίες (πχ. Ετήσιες συμβάσεις καθαρισμού χώρων) θα
είναι α (κόστος με ίδια μέσα) < α+β (κόστος εργολάβου) Αυτό όμως, δεν ισχύει
ούτε και για τις εργασίες για τις οποίες ισχύουν οι αρχικές θεωρητικές
προϋποθέσεις εφαρμογής του outsourcing (εξειδικευμένες, με πολλούς νεκρές ώρες)
διότι δεν λαμβάνονται υπ' όψιν όχι μόνο οι παράγοντες που προαναφέρθηκαν, αλλά
και άλλοι, όπως το κόστος επιμελητείας του εργολάβου, οι ζημιές που θα
προκληθούν από την κακή ποιότητα εργασίας ή η αβεβαιότητα που συνεπάγεται αυτή,
το impact cost[4] ενός ενδεχόμενου
ατυχήματος, το αυξημένο κόστος επίβλεψης, η συνεργασία των εργολάβων για να
παραμένουν οι τιμές στα επιθυμητά επίπεδα, κλπ. Έτσι η εταιρεία χάνει.[5] Το
προσωπικό των εργολάβων προφανώς χάνει, γιατί για να ισχύσει η παραπάνω
ανισότητα, θα πρέπει να μειωθεί το α (κόστος εργασίας) του εργολάβου, το οποίο
μειώνεται με τις γνωστές μεθόδους (ανασφάλιστη, υποπληρωμένη εργασία, ετήσια
απόλυση και επαναπρόσληψη κλπ) Χάνουν τα ταμεία, το δημόσιο, η κοινωνία. Και
ποιος κερδίζει; Σίγουρα, κερδίζει ο εργολάβος. Κερδίζουν όμως και άλλοι, οι
οποίοι δεν φαίνονται. Η εκτέλεση εργασιών από εργολάβους, δίνει πόντους στα
στελέχη των εταιρειών που την εφαρμόζουν, διότι εμφανίζει ένα εικονικό κόστος
για μια εργασία, αφού δεν λαμβάνει υπ' όψιν της το προσωπικό που απασχολείται
εμμέσως από τον εργοδότη (πχ. Επιβλέποντες μηχανικοί), και το έμμεσο κόστος από
την χαμηλής ποιότητας εργασία του εργολάβου, Το κυριότερο, επίσης, δεν λαμβάνει
υπ' όψιν της, το κόστος δυσφήμισης και προστίμων αν αποδειχθεί ότι ο εργολάβος
πχ. δεν πληρώνει ΙΚΑ, και βέβαια το impact cost εαν συμβεί πχ. κάποιο ατύχημα
(παρότι το τελευταίο, είναι πολύ πιθανόν να το λουστεί), για τα οποία οι
εργολάβοι είναι πολύ πρόθυμοι να ρισκάρουν, αν είναι να κερδίσουν. Πρόκειται
επίσης για ένα λογιστικό τρικ: Τα έξοδα πληρωμής του εργολάβου εκπίπτουν από
την εφορία, άρα η μετοχή υπερτιμάται, άρα οι μέτοχοι βλέπουν μεγαλύτερα κέρδη από
τα πραγματικά. Πρόκειται για μια εξωφρενική λογική: Μακροπρόθεσμα, η εταιρεία
καταδικάζεται στην φθορά και στην καταστροφή. Βραχυπρόθεσμα, η αξία της μετοχής
της ανεβαίνει. Έτσι, κερδίζουν και οι σπεκουλαδόροι.
[1] Η έκφραση που κυκλοφορούσε
κατα κόρον σε όλα τα διυλιστήρια ήταν οτι «τους κρατάνε ζωντανούς μέχρι να
τελειώσει το shoutdown»
[2] Είναι σημαντικό το οτι το
συμβάν παρουσιάστηκε ως φωτιά σε δεξαμενή ενώ αφορούσε φωτιά σε αγωγό καυσίμου
υψηλής αναφλεξιμότητας σε εσωτερικό μονάδας παραγωγής η οποία ήταν –θεωρητικά-
εκτός λειτουργίας. Οι μαρτυρίες όσων ήταν επιτόπου, αναφέρουν οτι οι
άνθρωποι περιλούζονταν επι ένα τέταρτο
με καύσιμο υπο πίεση, ενώ η φωτιά ήταν σε εξέλιξη απο την σωλήνα στην οποία
εργάζονταν, και η οποία υποτίθεται οτι ήταν «τυφλωμένη» δηλ. είχε διακοπεί η
ροή της. Επίσης, στον χώρο βρίσκονταν δεκάδες εργαζόμενοι άλλων συνεργείων που
εργάζονταν παράλληλα, χωρίς επίβλεψη. Ντάνες αδειών εκτέλεσης εργασίας
υπογράφονταν εν ριπή οφθαλμού, χωρις να πορεί να εξεταστεί η μεταξύ τους
αλληλεπίδραση. Ουσιαστικά δηλαδή,
αποκρύπτεται το γεγονός οτι λόγω πίεσης χρόνου και έντασης εργασίας, γίνονταν
ταυτόχρονα δουλειές που σε καμμία περίπτωση δεν έπρεπε να γίνονται.
Αυτή συγκάλυψη είναι προφανέστατα εσκεμμένη, καθώς οι
μονάδες παραγωγής είναι τελείως αλλού από τις δεξαμενές.
[3] Frederick Winslow Taylor: Θεωρείται ο
πατέρας του project management. Εισήγαγε
την αρχή της μεγιστοποίησης του κέρδους μέσω της
“ορθολογικής”-βελτιστοποιημένης χρήσης των μέσων και των ατόμων.
[4] Impact cost: Το πραγματικό
(οικονομικό) κόστος ενός ατυχήματος σε μία εταιρεία, θεωρητικά είναι τεράστιο.
Πέραν της ενδεχόμενης διακοπής της παραγωγής, και του ενδεχόμενου καταβολής
αποζημιώσεων, η δυσφήμηση της εταιρείας επηρεάζει την τιμή της μετοχής της, η
οποία, για τις μεγάλες εταιρείες, είναι σημαντικότερη πηγή εσόδων από την ίδια
την παραγωγική διαδικασία.
[5] Εδώ όταν μιλάω για την
εταιρία, δεν αναφέρομαι στους κεφαλαιούχους, η κύρια πηγή εσόδων των οποίων,
δεν είναι η παραγωγική διαδικασία, αλλά η διακύμανση της μετοχής. Αναφέρομαι
στην εταιρεία σαν οργανισμό, στην οποία εμπεριέχονται και οι εργαζόμενοι. Η
συνεχής απώλεια πάγιου εξοπλισμού, η φθορά των μέσων παραγωγής, επιβαρύνει
κυρίως τους εργαζόμενους, καθόσον επιβαρύνει δραστικά την ποιότητα του
εργασιακού τους χρόνου. Οποιοσδήποτε έχει εργαστεί σε εργοστάσιο, ξέρει ότι οι
εργαζόμενοι “το πονάνε”, όχι μόνο γιατί αν κλείσει θα πεινάσουνε, αλλά κυρίως
γιατί ζουν εκεί μεγάλο μέρος της ζωής τους, και κάθε βλάβη ενδεχομένως να έχει
άμεση επίπτωση σ' αυτούς. Ένας εργαζόμενος σε ένα διυλιστήριο θα επισκευάσει
μια σωλήνα με μεγαλύτερη προσοχή από οποιονδήποτε εργολάβο, πολύ απλά γιατί ο
εργολάβος την επόμενη μέρα θα φύγει, ενώ αυτός θα περνάει από εκεί κάθε μέρα
και ξέρει ότι αν η σωλήνα σκάσει δίπλα του, θα τον σκοτώσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου