"Το φιλοσοφικό και πολιτικό ρεύμα που είναι γνωστό με το όνομα "Κοινωνική Οικολογία" ξεκινά από την αναγνώριση του -συχνά παραβλεπόμενου- γεγονότος ότι σχεδόν όλα τα οικολογικά μας προβλήματα προέρχονται από βαθύτατα κοινωνικά προβλήματα. Και ότι αντιστρόφως τα οικολογικά προβλήματα που υπάρχουν δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά, πόσο μάλλον να επιλυθούν, χωρίς να επιληφθούμε των εσωτερικών προβλημάτων της κοινωνίας." (Murray Bookchin "Τι είναι η Κοινωνική Οικολογία")
Κοινωνική οικολογία ονομάζεται η προσέγγιση εκείνη του οικολογικού κινήματος που θεωρεί ότι οι αιτίες των προβλημάτων που αντιμετωπίζει σήμερα το φυσικό περιβάλλον (π.χ. η κλιματική αλλαγή, η περιβαλλοντική ρύπανση κλπ) είναι κοινωνικές, δηλαδή οφείλονται στο επικρατές σήμερα κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό σύστημα, τον καπιταλισμό, ή και στον μαρξιστικό - λενινιστικό κομμουνισμό, όπως αυτός εφαρμόστηκε στις λαϊκές δημοκρατίες κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα υπό τη μορφή «δικτατορίας του προλεταριάτου». Η κοινωνική οικολογία, όπως και οι άλλες τάσεις του οικολογικού κινήματος, αναδύθηκε μέσα από τα νέα κοινωνικά κινήματα της δεκαετίας του 1960.
Η κοινωνική οικολογία εντάσσεται ιδεολογικά στον πράσινο αναρχισμό και αποτελεί σήμερα μία από τις βασικές και περισσότερο στέρεα θεωρητικά θεμελιωμένες κατευθύνσεις του. Ωστόσο, πολλές από τις ιδέες της τις ενστερνίζονται και ομάδες της ευρύτερης Αριστεράς. Μέσω του έργου του Μάρεϊ Μπούκτσιν, κύριου θεωρητικού της κοινωνικής οικολογίας μετά τη δεκαετία του 1960, η τελευταία έχει συνδεθεί με τη δική του εκδοχή ελευθεριακού σοσιαλισμού, τον ελευθεριακό κοινοτισμό.
Σύμφωνα με την κοινωνική οικολογία, τα περιβαλλοντικά προβλήματα πηγάζουν από την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Αυτό, γιατί θεωρείται ότι η έννοια της κυριαρχίας στη φύση, αιτία της οικολογικής κρίσης, είναι επέκταση της λογικής της εκμετάλλευσης μεταξύ ανθρώπων. Η λογική της «πάση θυσία» οικονομικής ανάπτυξης, που έχει υιοθετηθεί κατά τη νεωτερικότητα από σχεδόν όλες τις οικονομολογικές σχολές, συμπεριλαμβανομένου του μαρξισμού, αποτελεί ακόμα μία βασική αιτία της οικολογικής κρίσης. Η τελευταία, κατά τους κοινωνικούς οικολόγους, δεν είναι παρά μία πλευρά της σημερινής πολυδιάστατης κρίσης. Συνεπώς, κατά την κοινωνική οικολογία, τα οικολογικά προβλήματα, αλλά και τα υπόλοιπα παγκόσμια προβλήματα μπορούν να λυθούν μόνο με τη συνολική αλλαγή της κοινωνίας. Κάθε προσπάθεια σταδιακής και εκ των έσω αναμόρφωσης του σημερινού συστήματος (ρεφορμισμός) είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Η κοινωνική οικολογία έχει έρθει σε αντιπαράθεση με εναλλακτικές προσεγγίσεις των οικολογικών προβλημάτων όπως η πολιτική οικολογία, η βαθιά οικολογία, ο οικοφεμινισμός και ο πριμιτιβισμός, παρά την αλληλεπίδραση μεταξύ τους. Η κριτική των κοινωνικών οικολόγων στρέφεται ενάντια στην αναποτελεσματικότητα, στον συντηρητικό χαρακτήρα ή στον μισανθρωπισμό, που χαρακτηρίζει κατ' αυτούς τα άλλα οικολογικά κινήματα. Η πράσινη οικονομία, βασιζόμενη στις ήπιες πηγές ενέργειας, θεωρείται αναποτελεσματική και ανεπαρκής από τους κοινωνικούς οικολόγους αφού αγνοεί τις κοινωνικές και πολιτικές πηγές της οικολογικής κρίσης. Παρόμοια κριτική έχει ασκηθεί και απέναντι στις συναφείς έννοιες της αειφόρου και πράσινης ανάπτυξης.
Ακόμα οι ιδέες της έρχονται σε αντίθεση με αυτές του κοινωνικού δαρβινισμού. Η άποψη του τελευταίου ότι τα οικολογικά προβλήματα σχετίζονται με τον υπερπληθυσμό αμφισβητείται από τους κοινωνικούς οικολόγους. Για αυτούς, αφενός μεν η Γη μπορεί να φιλοξενήσει πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό ακόμα, αρκεί να γίνει σωστή χρήση των διαθέσιμων φυσικών πόρων, αφετέρου δε προβλήματα όπως η πείνα στον Τρίτο Κόσμο δεν είναι θέμα παραγωγής αγαθών, αλλά θέμα δίκαιης κατανομής τους.