Η Χιμάρα είναι μια περιοχή στη Νότια Αλβανία η οποία στην αρχαιότητα ως «Χίμαιρα» ανήκε στο «Κοινό των Ηπειρωτών», μια προσπάθεια συνεργασίας των τότε πολιτικοκοινωνικών συγκροτήσεων των φυλών της Αρχαίας Ηπείρου. Μέχρι και σήμερα μιλούν ελληνικά, οι Χιμαριώτες ή Χιμαραίοι και όπως μελετητές αλλά και απλοί παρατηρητές αναφέρουν, με ένα "κρητικό" ιδίωμα. Από τις εποχές των διεθνών συνθηκών, των αρχών του προηγούμενου αιώνα, που αναγνώριζαν την ελληνική μειονότητα ως εθνική, οι Χιμαριώτες αποκλεισμένοι και μη αναγνωρισμένοι, πάντοτε μέσα από εθνικιστικές οργανώσεις της διασποράς (σε Ελλάδα και Αμερική κυρίως) διαμαρτύρονταν, αιτούντες ελληνικά σχολεία και μειονοτικά δικαιώματα.
Σ' αυτήν την πόλη πρόσφατα έγινε μια ρατσιστική δολοφονία. Δολοφονία από αλβανούς εθνικιστές που δεν ανέχονταν να μιλάει το θύμα στην ταβέρνα την ελληνική γλώσσα, σύμφωνα με συντριπτικές μαρτυρίες. Του έκαναν καρτέρι και τον δολοφόνησαν. Τον χτύπησαν με το όχημα και στη συνέχεια πέρασαν από το πτώμα του πάνω. Αυτό το γεγονός δεν είναι τυχαίο.
Η Χιμάρα βρέθηκε στον κύκλωνα της πολιτικής του Αλβανικού κράτους τα τελευταία δυο χρόνια, εξαιτίας της αποφάσεων της Αλβανικής κυβέρνησης να αφαιρέσει από τις δίγλωσσες πινακίδες την ελληνική αναγραφή του ονόματος «Χιμάρα», αλλά και με νομικά τερτίπια να επιχειρήσει να προχωρήσει στη δήμευση περιουσιών κατοίκων της περιοχής με προσχήματα (μη καλλιεργήσιμα οικόπεδα κλπ.) αλλά και των αντιδράσεων από την πλευρά των κατοίκων και των παραγόντων οι οποίοι δουλεύουν, εργολαβικά για τον «Ελληνισμό της Βορείου Ηπείρου». Παράλληλα η πολιτική του νυν πρωθυπουργού, πρώην προσωπικού γιατρού του Ενβέρ Χότζα και στελέχους του Κόμματος Εργασίας επί αλβανικού «σοσιαλισμού», τον τελευταίο καιρό και μετά τη μετεκλογική συνεργασία του με τους αλβανούς φασίστες-εθνικιστές-αλυτρωτιστές (κόμματα τσάμηδων, κόμματα ιδεολογικών επίγονων των συνεργατών των ναζί-Bali Kombentar) αλλά και κάποιους έλληνες παράγοντες, εξαντλήθηκε κυρίως στις επενδύσεις της λαμογιάς, στη δίωξη των πολιτικών αντιπάλων καθώς και στη βελτίωση του οδικού δικτύου ως δείγμα εθνικής ανάτασης-ο δρόμος Αλβανίας-Κοσσόβου είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Τον τελευταίο καιρό οι διαρκείς φιέστες της αλβανικής κυβέρνησης με τα εγκαίνια νέων δρόμων στην περιοχή της Χιμάρας, ήταν οι αφορμές αναζωπύρωσης του εθνικισμού σε μια χώρα που δεν υπάρχει ούτε συνδικαλισμός ενώ ο μέσος όρος μισθού είναι περίπου 100-200 ευρώ με την ακρίβεια των ειδών πρώτης ανάγκης να χτυπάει στο κόκκινο. Σε μια χώρα που η επίσημη κρατική πολιτική της προσανατολίζεται στην ΕΕ, στο ΝΑΤΟ και στις καλές σχέσεις με το τουρκικό κράτος.
Από τη μια τα δικαιώματα, τυπικά και ουσιαστικά, των Ηπειρωτών της Αλβανίας, γίνονται άθυρμα στα χέρια της ελληνικής επίσημης αλλά και της ανεπίσημης εθνοφασιστικής-αλυτρωτικής πολιτικής οργανώσεων και εκκλησιαστικών κύκλων καθώς και των επιχειρηματιών που επενδύουν κι από την άλλη η μειονότητα μπαίνει στο μάτι του κυκλώνα της Αλβανικής κυβέρνησης και των εθνοφασιστικών κύκλων στην Αλβανία που είναι ιδιαίτερα πολλοί και χωρίς απάντηση (εδώ και κει). Το ερώτημα είναι το εξής: Πού βρίσκονται οι δικοί μας άνθρωποι, έλληνες και μετανάστες, που δικαίως και διαρκώς διαμαρτύρονται για την παραμικρή ρατσιστική αυθαιρεσία, να διαμαρτυρηθούν για αυτή τη ρατσιστική δολοφονία;
ΓΚ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου