κείμενο της ομάδας ελευθεριακών κομμουνιστών
Μία χωρίς προηγούμενο προσπάθεια εδραίωσης της πιο ακραίας εκδοχής της οικονομίας της αγοράς βρίσκεται σε εξέλιξη, με πρόφαση την καπιταλιστική κρίση. Το κύμα αλλαγών σαρώνει ολόκληρο τον μέχρι σήμερα δήθεν ανυποψίαστο «Πρώτο Κόσμο» με κύριο πεδίο εφαρμογής του πειράματος κοινωνικής και εργασιακής αποδιοργάνωσης τον Ευρωπαϊκό νότο. Οι επιπτώσεις της επίθεσης στην κοινωνία ήδη είναι ορατές, καθώς η μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων σε συνδυασμό με την υπερχρέωση και την ραγδαία αύξηση της ανεργίας οδηγούν τον κόσμο της εργασίας σε υποχωρήσεις στα όρια της αξιοπρέπειας: ατομικές και ολιγοήμερες συμβάσεις, ενοικίαση εργαζομένων, εξοντωτικά ωράρια, μαύρη εργασία. Παράλληλα για την εξασφάλιση «ανάπτυξης, ανταγωνιστικού και υγιούς επιχειρηματικού περιβάλλοντος» το κράτος ξεπουλά κοινωνικό πλούτο σε «επενδυτές», και αρπάζει τη δημόσια περιουσία (έξυπνα αλλά αυθαίρετα την ταυτίζοντάς τη με κρατική, προς πώληση, περιουσία). Διάφορες φωνές υποστηρίζουν ότι η κρίση είναι ευκαιρία για καθολική ανατροπή και συζητούν για κάποια επικείμενη εξέγερση, ή βλέπουν να πλησιάζει επανάσταση.
Στα συνθήματα, η Επανάσταση είναι ένα στιγμιαίο γεγονός. Κοινωνικά όμως είναι μια μακρά διαδικασία της οποίας ο χρόνος και το είδος της κορύφωσης (το Επαναστατικό Γεγονός αυτό καθαυτό) καθορίζεται πλήρως από το χαρακτήρα των κοινωνικών ζυμώσεων που έχουν συμβεί στο μεγάλο χρονικό διάστημα που προηγείται. Οι μακρές αυτές προεπαναστατικές περίοδοι χαρακτηρίζονται από σκληρή ιδεολογική πάλη μεταξύ διαφορετικών ρευμάτων, ανάδυση νέων μορφών κοινωνικού και λαϊκού αγώνα, οργάνωση μεγάλων λαϊκών μαζών σε ομάδες με κοινή συνείδηση και ταξικά χαρακτηριστικά, και χρόνιες κοινωνικές ζυμώσεις μέσω πολιτικών διεργασιών αλλά και εξεγερτικής βίας. Τελικά (αλλά όχι νομοτελειακά), αν το επαναστατικό υποκείμενο που δημιουργήθηκε σ’ αυτή την μακρά περίοδο έχει εμπεδώσει την ανάγκη για διαφορετική θέσμιση της κοινωνίας, καταλήγουν σε βίαιη ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος κοινωνικής διαχείρισης και την δημιουργία ενός νέου.
Στην αρχή μιας τέτοιας προεπαναστατικής περιόδου θα μπορούσε να πει κανείς ότι βρισκόμαστε και σήμερα. Είναι μία περίοδος όπου τα προηγούμενα “κοινωνικά συμβόλαια” που εξασφάλιζαν τη συναίνεση που χαρακτήρισε την τελευταία “χρυσή εποχή” της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αθετούνται μονομερώς. Η συρρίκνωση των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων και η επακόλουθη «φτωχοποίηση», αφαιρεί σιγά-σιγά την ελπίδα των μικρό- και μεσοαστικών στρωμάτων για συμμετοχή στην ευμάρεια που μέχρι τώρα επαγγελόταν η “ανάπτυξη”, δίνοντας τη θέση της στην απελπισία και την ανασφάλεια. Κοινωνικά ερείσματα της εξουσίας γίνονται πια ο κοινωνικός αυτοματισμός και τα ρατσιστικά και ξενοφοβικά αντανακλαστικά μιας κοινωνίας πρώην μικροαστών, ζαλισμένων από τα συνεχή χτυπήματα και υπνωτισμένων από την προπαγάνδα και τα ενοχικά σύνδρομα που καλλιεργούνται από τις κατευθυνόμενες πηγές ενημέρωσης. Οπλο της εξουσιας, o ατομισμός που καλλιεργήθηκε ως αξία και η αποσάθρωση των κοινωνικών σχέσεων που θα μπορούσαν να δημιουργούν δομές αλληλεγγύης και συλλογικότητας .
Στην αρχική αυτή περίοδο της κρίσης υπάρχει διάχυτη αγανάκτηση, δεν υπάρχουν όμως εκείνα τα κινηματικά χαρακτηριστικά, εκείνες οι συνθήκες που θα κάνουν το έδαφος πρόσφορο για την επιδίωξη του εξεγερσιακού / επαναστατικού προτάγματος. Όταν σε τέτοιες πρώιμες περιόδους σημειώνεται γενικευμένη κοινωνική αναταραχή, συνήθως είναι ανερμάτιστη και δύσκολα φέρνει αλλαγές που οδηγούν σε μεγαλύτερο βαθμό κοινωνικής απελευθέρωσης. Αντίθετα, ή περιορίζεται σε εκρήξεις θνησιγενούς βίας που χωρίς στόχο οδηγείται στην αποκλιμάκωση, ή ενεργοποιεί ακόμα πιο συντηρητικά και αντιδραστικά αντανακλαστικά. Οι λαϊκές μάζες που γαλουχήθηκαν με την κατανάλωση σαν διασκέδαση, το φαίνεσθαι σαν υπέρτατη αξία και τη λαμογιά σαν ένα καλό «όχημα για την κορυφή», δεν μπορούν με μία στιγμιαία δράση όπως ένας «Εργατικός Δεκέμβρης» να «σπάσουν τις αλυσίδες τους» και να σηκώσουν στους ώμους τους την πορεία προς την κοινωνική χειραφέτηση.
Αναμφισβήτητα, οι κοινωνικές εκρήξεις και οι εξεγέρσεις αποτελούν μια από τις πιο χαρακτηριστικές εκφράσεις του κοινωνικού/ ταξικού ανταγωνισμού. Παράλληλα με τη λειτουργία τους σαν μηχανισμών ανάσχεσης των αντικοινωνικών και αντεργατικών μέτρων που επιβάλλονται από τις ελίτ, βοηθούν να εμπεδωθεί η δυνατότητα αντίδρασης και νίκης των λαϊκών κινημάτων απέναντι στους υπερεξοπλισμένους και “παντοδύναμους” κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους. Μ’ αυτόν τον τρόπο συμβάλλουν στην ριζοσπαστικοποίηση κομματιών της κοινωνίας και ειδικά της νεολαίας που συμμετέχοντας σε αυτές εξοικειώνεται με έννοιες όπως η συντροφικότητα, η έμπρακτη αντίσταση και η ανυπακοή. Παρόλα αυτά για να δοθεί επαναστατική προοπτική σε τέτοιες κοινωνικές εκρήξεις θα πρέπει να έχουν εκ των προτέρων δημιουργηθεί εκείνες οι προϋποθέσεις που θα δώσουν στόχο και θα μετατρέψουν την έκρηξη σε εξέγερση με ταξικά χαρακτηριστικά, πρόταγμα αυτονομίας, ανάγκη αλλά και ικανότητα αυτοθέσμισης. Ειδάλλως, όπως τόσες φορές στο παρελθόν, θα καταλήξει σε πεδίο διαγκωνισμού διαφόρων πολιτικάντηδων και σε ευκαιρία να αποδείξουν την αξία τους οι κάθε είδους θεσμοί διαμεσολάβησης που θα αναλάβουν δράση για να «αφουγκραστούν τις αγωνίες» των εξεγερμένων και να «μεταφέρουν το μήνυμα» της εξέγερσης. Κάθε τέτοιο γεγονός, εκτός από το κύρος που δίνει στους εξουσιαστικούς θεσμούς διαμεσολάβησης γίνεται και ιδεολογικό εργαλείο, δίνοντας επιχειρήματα σ’ αυτούς που αμφισβητούν την ικανότητα της κοινωνίας για αυτοθέσμιση και συμβάλλοντας στην προσπάθεια να ταυτιστούν οι κοινωνικοί αγώνες με το χάος και την κοινωνική ανυπαρξία.
Αποτελεί πια κοινό τόπο ότι οι κρίσεις είναι δομικό στοιχείο του καπιταλισμού. Είναι όμως τραγικό να περιμένει κανείς με ανυπομονησία τέτοιες περιόδους ελπίζοντας στην «κατάρρευση του συστήματος». Κάθε κρίση σημαίνει την περιθωριοποίηση μεγάλων κομματιών της κοινωνίας, την εδραίωση δομών αναξιοπρέπειας και την δημιουργία σύγχρονων σκλάβων με μοναδικό ρεαλιστικό όνειρο την βραχυπρόθεσμη ατομική επιβίωση. Η κατάρρευση σε μια τέτοια περίοδο θα ισοδυναμούσε με την επιστροφή στο δίκαιο του ισχυρού. Αντίθετα, η κρίση αποδεικνύεται η πιο κατάλληλη περίοδος για την ανάπτυξη δομών αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης, ή και αυτοδιεύθυνσης σε χώρους δουλειάς, οργανωμένων με τέτοιο τρόπο από τους ίδιους τους συμμετέχοντες ώστε παράλληλα με τη χρησιμότητα τους να λειτουργούν ως εργαστήρια ριζοσπαστικοποίησης και εφαρμογής στην πράξη, διαδικασιών άμεσης δημοκρατίας, αυτονομίας και αυτοθέσμισης. Σε περίοδο κρίσης που οι ανάγκες είναι επιτακτικές, μπορούν να γίνουν τα απαραίτητα βήματα, έτσι ώστε να δημιουργηθούν, να λειτουργήσουν και να εξαπλωθούν τέτοιες δομές, και παράλληλα να εμπεδωθεί από πλατιά λαϊκά στρώματα η βιωσιμότητα και η αξία τους ώστε να γίνουν τα θεμέλια για την υλοποίηση του εξεγερσιακού/επαναστατικού προτάγματος. Είναι αναμενόμενο ότι στην αρχή μίας τέτοιας διαδικασίας, αυτές οι δομές θα υιοθετηθούν σαν λύσεις ανάγκης απέναντι στη σπάνη, την ένδεια, την απελπισία και την περιθωριοποίηση. Το στοίχημα όμως είναι να ξεπεράσουν τον ευκαιριακό και απόλυτα χρηστικό χαρακτήρα τους και εμπλουτισμένες με τις αρχές της ελευθεριακής κουλτούρας, της αυτοοργάνωσης και αυτοδιαχείρισης, να αναδειχθούν σε κεντρικές πολιτικές προτάσεις.
Είναι επίσης γνωστό ότι τις καπιταλιστικές κρίσεις διαδέχονται περίοδοι οικονομικής μεγέθυνσης. Και τότε παρόλο που τα σημάδια ανάκαμψης θα είναι εμφανή, εμφανής θα είναι και η απροθυμία των αφεντικών να μοιραστούν με τον κόσμο της εργασίας όλα αυτά που κέρδισαν εις βάρος του. Μελετώντας τις περισσότερο ή λιγότερο περιφερειακές κρίσεις που καταγράφηκαν τα τελευταία χρόνια (Ρωσική, Ασιατική, Λατινοαμερικάνικη, κλπ), διαπιστώνει κανείς ότι σε καμία η μετέπειτα οικονομική ανάπτυξη δεν συνοδεύτηκε από κοινωνική ανάκαμψη και βελτίωση του επιπέδου ζωής των πολλών, αντίθετα οι ανισότητες που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της, βάθυναν και εδραιώθηκαν. Έτσι, ενώ για το κεφάλαιο η οικονομική κρίση κάποτε τελειώνει, η παρακαταθήκη κοινωνικής αποσύνθεσης και εργασιακής απαξίωσης που αφήνει είναι τόσο βαριά που δύσκολα αναστρέφεται. Και μολονότι λόγω της οικονομικής ανάκαμψης το δικαίωμα στο μερίδιο του κοινωνικού πλούτου γίνεται αυτονόητο, πάλι απαιτείται η κατάλληλη συγκρότηση για την διεκδίκηση του. Μόνο αν έχουν δημιουργηθεί, λειτουργήσει, ζυμωθεί και εξαπλωθεί οι αυτοοργανωμένες δομές και έχει εμπεδωθεί το ελευθεριακό πρόταγμα, η διεκδίκηση θα μπορέσει να υπερβεί τα εργατικά-εργασιακά αιτήματα, να θίξει συνολικά την διάρθρωση και τον σκοπό της παραγωγικής διαδικασίας και να καταργήσει τους θεσμούς διαμεσολάβησης για να μετατραπεί σε συνολική διεκδίκηση της κοινωνικής αυτονομίας.
Κάτω απ’ αυτές τις προϋποθέσεις κάθε μαζική εξεγερτική εκδήλωση, βίαιη ή μη, θα είναι ένα βήμα προς την κοινωνική απελευθέρωση και μπορεί να οδηγήσει στην αυτοδιεύθυνση. Αντίθετα χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά είναι σίγουρο ότι θα οδηγήσει πάλι σε κάτι στο οποίο τελικά πολύ λίγοι θα χωρέσουν.
ΟΜΑΔΑ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΩΝ
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΩΝ
Καλοκαίρι 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου